Syrrako Trail Run 2018: Τρέχοντας στα Βουνά των Χρυσαετών!

Ξημέρωμα Κυριακής και ο Θεός Ύπνος αρνείται πεισματικά να περάσει από το κρεβάτι μου και βέβαια ούτε λόγος να μου στείλει τον γιο του, τον Μορφέα. Άλλωστε αυτοί “ταξιδεύουν” παρέα και όταν εγώ έχω να τρέξω σε αγώνα με αποκλείουν από την ρότα τους. Aς είναι, ο αγώνας είναι μόνο 11 χιλιόμετρα. Δημήτρη, θα τον βγάλεις άνετα, πρωτάρης είσαι ....άνοιξε κανένα βιβλίο.

 

04.30 … Διαβάζω το “ΠΟΣΟ ΑΝΤΕΧΕΙΣ την αλήθεια” του ψυχολόγου - ψυχοθεραπευτή Γ.Βασιλειάδη: “Ο άνθρωπος για να νιώσει την έξαψη της διακινδύνευσης, την υπέρβαση του φόβου και της ανάγκης, κάνει τα πάντα. Παίρνει τα όρη και τα βουνά , σκαρφαλώνει σε κατσάβραχα, θέτει το σώμα του σε κινδύνους. Λες κι έτσι θα κατευνάσει την αγωνία του για ολοκλήρωση του ίδιου και του ταξιδιού του στο κόσμο ...Όμως , ο αληθινός κίνδυνος είναι να αναρριχηθείς στις κορφές των έσω σου στοιχειών, των εσωτερικών σου παιδικών προσωπείων, των τεράτων που από καιρό σε κατοικούν! Ο αληθινός κίνδυνος είναι όχι να κατακτήσεις εξωτερικές κορυφές, αλλά να κατακτηθείς. Να κινδυνεύεις ανά πάσα στιγμή να πέσεις, κι εσύ να προχωράς μπροστά, όχι για να κερδίσεις, αλλά για να ... “Χάσεις”! Τα πάντα κάνει ο έξω άνθρωπος για να αποφύγει τον μέσα άνθρωπο, τον μόνο αληθινό κίνδυνο! Τον μόνο γκρεμό! Τη μόνη κορυφή! Το μοναδικό ταξίδι... Για πόσο καιρό όμως θα αποφεύγεις  την αντιπαράθεση με την αλήθεια;”


Εντάξει, τώρα δεν είμαι μόνο άυπνος, αλλά και με χίλιες ερωτήσεις απορίες που έχουνε να κάνουνε με το “ταξίδι” μου στο κόσμο ...το μυαλό μου επαναστατεί και αρχίζει τον εξάψαλμο,  μου λέει άραξε, έχεις από καιρό “πιάσει τα ήντα", ξεκουράσου, δεν μας λυπάσαι πια, μην μας παιδεύεις άλλο, μην πας πουθενά, ΑΡΑΞΕ!

 

Αλλά τι λέει ή “Σπαρτιάτικη Βίβλος” που με τόσο ευλάβεια ακολουθείς παλικάρι μου; Να ξυπνάς νωρίς. Πολύ νωρίς. Aν το μυαλό σου θέλει να χουζουρέψει να μη το ακούς. Να μάθεις να μη διαπραγματεύεσαι με το μυαλό σου. Να περνάει το δικό σου, αυτό που ορίζει το ένστικτο και η καρδιά σου. 

 

 

 

Ιωάννινα, Συρράκο, Καλαρρύτες. Μια διαδρομή προς τα χωριά των Βλάχων, ένα ταξίδι σε μια άγρια, σχεδόν παρθένα ορεινή ομορφιά, σε μέρη ξακουστά που γνώρισαν  χρόνια πλούτου και δόξας, ένα ταξίδι προς δυο διατηρητέους οικισμούς με άρωμα από Ζαγόρι, καθώς η κοσμογονία της πέτρας αποτελεί το μοναδικό δομικό στοιχείο, ενσωματωμένη με περίσσεια χάρη στις κορυφογραμμές στα 1.200 μέτρα υψόμετρο. 

 

Μα πως τον έκαναν αυτόν το δρόμο, λες και κινούμαι πάνω σε έναν υπέροχο πίνακα ζωγραφικής. Το στενό οδικό δίκτυο με τις τόσες στροφές σε κάνει να ξεχνάς την έννοια της ευθείας αλλά διόλου δεν σε κουράζει, αφού σε κάθε στιγμή του απολαμβάνεις ένα εκπληκτικό άγριο καταπράσινο τοπίο και επιβλητικές κορφές που σε τραβούν επιτακτικά κοντά τους. 

 

Στο Συρράκο, στην Αετοφωλιά, όνομα και αλήθεια, από την είσοδο του χωριού με το απότομο ανηφορικό καλντερίμι με τα δυο υψίστου κάλλους γεφύρια που σε οδηγούν στη πλατεία, το βλέμμα μου ψάχνει τους Αετούς … δεν μπορεί, κάπου εδώ γύρω θα είναι σκέφτομαι ...

 

 

 

Είμαι “χαμένος” μέσα στα δαιδαλώδη  μικρά λιθόστρωτα δρομάκια και κάνω την προθέρμανση μου, κοιτώντας και προσπαθώντας να μην χάσω ούτε μια πιθαμή από τις εικόνες που με περιτριγυρίζουν.

 

Παρατηρώ ένα μικρό κουκλίστικο σπιτάκι με μια σταλιά κήπο  απ´ όπου ξεπροβάλει μια γυναίκα, μελαχρινή σαν την πέτρα που ντύνει τον τόπο γύρω της, τα μαλλιά της σαν καστανός καταρράκτης χύνονται στην πλάτη της, και τα μάτια της … Θεέ μου τα μάτια της … μου φέρνουν στο νου την “υλοποίηση”  ενός στίχου ποιήματος του Σαρλ Μπωτλαίρ: “Υπάρχουν γυναίκες που εμπνέουν την επιθυμία να τις νικήσεις και να τις απολαύσεις ... αλλά αυτή εδώ σου γεννάει τον πόθο να πεθάνεις αργά κάτω απ´ το βλέμμα της”.


Μάτια μου, ήρθες από τον κήπο σου, ένα πολύχρωμο αεράτο φόρεμα είχε γίνει το “καλαθάκι” με τα καλούδια σου, αποκαλύπτοντας τους γυμνούς μηρούς σου που γοργά με ταξίδεψαν στα φιλήδονα καλούδια της χάρης του κορμιού σου.

 

Eντάξει φίλε, είσαι στην πατρίδα του ποιητή της στάνης και του βουνού του Κρυστάλλη, αλλά έλα επιτέλους “εδώ”, σε λίγο αρχίζει ο αγώνας , άσε την ποίηση για αργότερα, ετοιμάσου, οι ντόπιοι λένε για δύσκολα μονοπάτια με μπόλικη ανηφόρα διανθισμένη με βαρβάτη κλίση!

 

Γυρίζω προς την πλατεία, σε μια πηγή-βρύση με θολωτή οροφή που παρέχει ζηλευτή σκιά, δυο συμπαθέστατες κυράδες πουλάνε την πραμάτεια τους, μέλι  …

 


Kαλώς τον, από πούθε είσαι συ , με ρωτάνε ....


Aπό την Αθήνα κυράδες μου ήρθα να δω τον τόπο σας” .

 

Δεν σκας μ´ αυτό το κολλητό βρακί με τόση ζέστη , τι το φοράς; με ρωτάει η μια ...


Eίναι ειδικό ρούχο φτιαγμένο για το τρέξιμο στα βουνά της απαντάω...

 

Αχ καημένο τι έπαθες , να σου φέρω εγώ ένα σώβρακο του γέρου μου να δείς τη γειά σου!


Eντάξει , του χρόνου που θα ξανάρθω θα τρέξω μ´ αυτό  γιατί τώρα δεν προλαβαίνω να αλλάξω της απαντώ χαμογελώντας ....

 

Mωρέ καλό παιδί φαίνεσαι συ, γι αυτό θα σου πω το μυστικό του χωριού μαςτώρα που θα φεύγεις, λίγο πριν τα γεφύρια είναι ένας πλάτανος που στα ριζά του έχει μια  πηγή , πιες άφθονο νερό και θα δεις..


Τι θα δω κυρά μου;

 

Είναι το “αλησμόνητο” νερό, αυτός που θα το πιει, δεν μπορεί να μας λησμονήσει ποτέ, “καταδικάζεται” να έρχεται πάλι και πάλι κοντά μας...


Εκκίνηση και η σκέψη μου είναι στην πηγή με το “αλησμόνητο”, νάτη , κάνω τις φούχτες μου φλασκί και πίνω αχόρταγα νιώθοντας τα κύτταρα μου να εμπλουτίζονται - εμποτίζονται με την ομορφιά τριγύρω μου...

 

 

 

H πρώτη μικρή ανηφόρα είναι αυτή που σε οδηγεί στο μονοπάτι που ενώνει το Συρράκο και τους Καλαρρύτες, τα δυο χωριά που στέκονται γαντζωμένα σε απόκρημνους βράχους, αντίκρυ το ένα στο άλλο δημιουργώντας το κατάλληλο σκηνικό για μια πεζοπορική διαδρομή που κυριολεκτικά σου κόβει την ανάσα.

 

Eίμαι πολύ καλά, τρέχω στην ισιάδα άνετα και γρήγορα, τα πράγματα φαίνονται πολύ εύκολα σήμερα, κατηφόρα … καλά δεν πιάνομαι, ροβολάω σαν τσοπάνος και βάλε που κυνηγά τα γίδια του! Mα τι γίνεται, λες και κάναμε παραγγελία για σκιά, τα μονοπάτια είναι σχεδόν καλυμμένα από την οργιαστική βλάστηση … τι ευλογημένος ανέγγιχτος αγριότοπος είναι αυτός; πως έκαναν τέτοιο  λάθος οι διοργανωτές και έκαναν τον αγώνα μόνο 11 χιλιόμετρα. Μαραθώνιος και λίγος είναι για να μπορέσεις να πεις ότι χόρτασες από αυτήν την περιπέτεια!

 

Το παλιό μονοπάτι κατηφορίζει την απότομη πλαγιά και “βουτάει” προς τον παραπόταμο του Καλαρρύτικου ποταμού , τον Χρούσια  και αρχίζει η ανηφόρα. Μετά ανεβοκατεβαίνουμε τη “σκάλα” όπως λένε οι ντόπιοι τα απότομα ανηφορικά μονοπάτια που ενώνουν τις δύσκολες και απότομες πλαγιές των βουνών. 

 

 

Το θέαμα όμως σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής - περιπέτειας, δρα σαν γιγάντιο χέρι που σε αγκαλιάζει - ξεκουράζει σε κάθε δύσκολο σημείο της διαδρομής ...

 

Βγαίνω από τους Καλαρρύτες γοητευμένος από την αυθεντικότητα  του ορεινού χωριού που η αρχιτεκτονική του μιλάει και αποπνέει αισθητική παλιών γνήσιων μαστόρων της πέτρας.

 

Στο τέλος του ανηφορικού μονοπατιού πάνω σε ένα θεόρατο βράχο ένας  μεγαλόσωμος Χρυσαετός, με σκούρο καφέ χρώμα και χρυσαφί απόχρωση στο πίσω μέρος του λαιμού του, με κοιτάζει με ένα περήφανο ερευνητικό βλέμμα και με ρωτά: “Τι ζητάς εσύ εδώ , τι γυρεύεις στο βουνό μας;” Περίεργο Δημήτρη, συνήθως έχεις παραισθήσεις μετά το 60ο χιλιόμετρο, τώρα σου συμβαίνει και σε μικρές αποστάσεις, κάτι πρέπει να κάνεις γι αυτό..

 

Ε.. Δεν ακούς; μίλα μου , είμαι ο βασιλιάς του ουρανού και των βουνών , σε διατάζω.."


Είμαι περαστικός από το βασίλειο σου Χρυσαετέ μου, πήρα τα όρη και τα βουνά, σκαρφάλωσα σε κατσάβραχα και δεν υπολόγισα τους  κινδύνους γιατί προσπαθώ να ανακαλύψω - αναρριχηθώ στα στοιχειά που έχω μέσα μου, και εντέλει την ολοκλήρωση του ταξιδιού μου στον κόσμο!

 

“Εσείς οι άνθρωποι είναι πολύ δύσκολο να το ανακαλύψετε αυτό, ξέρεις γιατί ξένε, η καρδιά σας ζυγίζει πολλά κιλά, από τα ατέλειωτα βάρη που την “φορτώνεται”, δεν κατανοείτε τα μικρά και μεγάλα θαύματα της ζωής  που συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας, τουλάχιστον 100 κάθε μέρα … το ότι περπατάς είναι ένα από αυτά, γράψτο στη ψυχή σου , μην το προσπερνάς…”


Και πως να ελαφρύνω την καρδιά μου, Χρυσαετέ μου;

 

“Να τη ζεις τη ζωή σου, όταν γελάς να γελάς, όταν κλαις να κλαις, όταν πονάς να πονάς. Να χρησιμοποιείς και το μυαλό και την καρδιά σου, μη σκοτίζεσαι για τις γνώμες των άλλων, να τις ακούς, αλλά πρώτα να ακούς τη δική σου, να κλείνεις τα μάτια και  να ονειρεύεσαι και όταν τα ανοίγεις να κάνεις τα όνειρα σου πράξεις.

 

Να θυμάσαι ότι δεν υπάρχει χρόνος αλλά χώρος, όπου κινούμεθα όλα τα πλάσματα του Θεού. Η διάρκεια της  διαδρομής  σε αυτόν τον χώρο εξαρτάται από την αγάπη που έδωσες και πήρες, μόνο η αγάπη υπάρχει, γι ´ αυτό είμαστε εδώ.


Να χαμογελάς σε αυτούς που συναντάς , να τους λες καλημέρα. 


Να φροντίζεις τον εαυτό σου σαν να ήταν ο σημαντικότερος άνθρωπος στον κόσμο, είσαι , απλά δε στο είπαν.”


 

Τον κοιτάζω ελπίζοντας ότι το “αλησμόνητο” θα έχει δημιουργήσεις τις απαραίτητες νέες εγκεφαλικές διασυνδέσεις - κύτταρογεννήσεις που θα κρατήσουν αυτά τα λόγια , ζώντα για όσο υπάρχω στη Γη...

 

Γειά σου Χρυσαετέ μου, Βασιλέα βουνών και ουρανών ,σήμερα με έφερες πρόσωπο με πρόσωπο με τον εσωτερικό μου άνθρωπο, έμαθα ότι πρέπει να εξελίσσομαι κάθε μέρα μέχρι την τελευταία μου, να αγαπάω τον διπλανό μου, να αγαπάω τον εαυτό μου, γιατί με αυτόν καλά μπορώ να αφήσω ένα ευδιάκριτο ίχνος στον  ατελείωτο υπερμαραθώνιο του σύμπαντος στον οποίο συμμετέχω ...

 

Στην μικρή αλλοτινών εποχών πλατεία όπου η παράδοση λέει ότι βρέθηκε η εικόνα του Αγίου Νικολάου, προστάτη  και πολιούχου του Συρράκο, στην κεντρική  βρύση του χωριού, την πηγή Γκούρα, έγινε ο τερματισμός του αγώνα…

 

Έζησα πολύ απλές θαυμαστές στιγμές καλωσορίσματος, που ως κύματα αγάπης άγγιζαν - σφιχταγκάλιαζαν κάθε αθλητή - αθλήτρια που ολοκλήρωνε τον αγώνα του.

 

 

Ξεχωριστή και συνάμα διαφορετική νότα η σύναξη των ζευγαριών, φίλων και γνωστών στα παλιά ανακαινισμένα κτίρια - αρχοντικά, προσεγμένα στη λεπτομέρεια , όλα τους, ( εγώ έζησα για λίγο την  φιλοξενία της ταβέρνας “Η Γκούρα”  και του καφέ “Casa Calda” , που με περιποιήθηκαν σαν να ήμουν σταλμένος από τους Θεούς στο σπίτι τους και είμαι σίγουρος ότι αυτή η νοοτροπία διέπει - καθορίζει τις πράξεις όλων των νοικοκυριών στο Συρράκο), τα οποία μοίραζαν  άπλετη θέα στα γύρω βουνά και έδιναν την ευκαιρία  σε ψυχές και σώματα να αγναντεύουν αισιόδοξα το αύριο.

 

Aλλωστε το τέλος κάθε ταξιδιού δεν είναι τίποτε άλλο από η αρχή μιας προετοιμασίας για το επόμενο.

 

Δημήτρης Ραυτόπουλος

Υ. Γ … θα ήθελα να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στους εθελοντές και διασώστες, οι οποίοι κάνουν πράξη τα διδάγματα του Βασιλιά Χρυσαετού , οι πράξεις τους είναι η ενσάρκωση της αγάπης!

Δημήτρης Ραυτόπουλος

Γεννήθηκα στον Πειραιά από νησιώτες γονείς. Η πρώτη μου ουσιαστική επαφή με τα βουνά ήταν κατά τη διάρκεια της θητείας μου στο στρατό ως αλεξιπτωτιστής. 

Ένα από τα μεγάλα όνειρα - όραματα μου είναι να τρέξω σ´ όλα τα βουνά της Ελλάδας κ όχι μόνο. Πιστεύω ότι κάθε μέτρο που διανύει κανείς στο βουνό πρέπει να μετατρέπεται σε μεταδιδόμενη σοφία.

Οταν τρέχω στη φύση είμαι ένας άνθρωπος χωρίς ηλικία ή μάλλον ένας ιδρωμένος εικοσάρης που καταγράφει σαν Η/Υ κάθε εικόνα της, στιγμή της, ευωδία της κ  που έχει σαν στόχο - σκοπό να μεταδώσει αυτή τον οργασμό μεταξύ της φύσης κ της  ζωής, σε όποιον δέκτη - άνθρωπο είναι ανοικτός.

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ