"Η Ιστορία ενός Μεταλλίου" - Μαίρη Κανάκη - RoC 50 miles 2020!

By 02 Μάι 2025

Η προετοιμασία ξεκίνησε με κέφι. Ο αγώνας είχε ογδόντα δύο παλικαρίσια χιλιόμετρα, ή αλλιώς ένα γενναίο πήγαινε-έλα. Θυμάμαι να “οργώνω” αχόρταγα το βουνό στο νησί μου, τη Σαλαμίνα, άλλοτε βυθισμένη στη μοναξιά κι άλλοτε περιτριγυρισμένη από παρέα. Ήθελα να γίνω ROCάς, να καταφέρω να ολοκληρώσω τον ROC αγώνα της Ροδόπης και να χτυπήσει η καρδιά μου βουνίσια.

 

 

Η Covid-19 μετέφερε αρχικά τον αγώνα από τον Απρίλη στον Ιούνη. Η ανακοίνωση μού τράνταξε το πρόγραμμα, αλλά δεν κλώτσησε τον στόχο. Λίγες παραπάνω αχάραγες προπονήσεις κι ο Ιούνης θα έφτανε γρηγορότερα απ’ ό,τι φανταζόμουν. Έτσι κι έγινε, όμως, αργότερα ο αγώνας μεταφέρθηκε εκ νέου τον Αύγουστο, κι εκεί άρχισε να ζορίζεται το πλάνο…

Τον Ιούλη χόρτασα Αιγαιοπελαγίτικες θέες από τα ψηλά της Πάρου. Γυμνά βουνά και πέτρινα μονοπάτια στόλιζαν τα χιλιόμετρα του καλοκαιριού. Ξερολιθιές, θυμάρια και ήλιος πλαισίωναν την τρεξιματική μου καθημερινότητα. Στο μυαλό, πάντα καρφιτσωμένη η Ροδόπη.

Έβγαζα μεγάλες αποστάσεις, κόντραρα την ανεξέλεγκτη ζέστη και τον αδίστακτο βοριά με τα μελτέμια. Τα τερέν ποικίλα: καυτή άσφαλτος, σκονισμένα μονοπάτια, χρυσαφιά βοσκοτόπια. Η κούραση έσβηνε στη θάλασσα, ο Αύγουστος πλησίαζε επικίνδυνα κι η προπόνηση δεν σταματούσε.

Αρχές Αυγούστου ένιωθα κουρασμένη. Όταν κοιτούσα το ξεκίνημα, πίσω στον Νοέμβρη, δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι το προπονητικό ταξίδι για τη Ροδόπη θα διαρκούσε δέκα ολοστρόγγυλους μήνες. Όλον αυτόν τον καιρό έβλεπα διαρκώς τα σχέδιά μου να μετατίθενται πιο πέρα στον χρόνο, τον ενθουσιασμό μου να παραμένει σταθερός και την κούραση να αγκαλιάζει στοργικά τα ρημαγμένα πόδια.

Για καλή μου τύχη, τα τελευταία long run με βρήκαν στον Όλυμπο, μου έδωσαν κουράγιο κι άρχισε να δυναμώνει του τερματισμού η ελπίδα. Όταν έφτασα στη Ροδόπη, η ηρεμία του δασικού χωριού στον Ερύμανθο δασκάλεψε το ταλαιπωρημένο μου μυαλό.

Το πρωί του αγώνα ξύπνησα με τις κουδούνες. Ο ύπνος το προηγούμενο βράδυ στο αμάξι: απόλυτη αποτυχία. Όταν βρέθηκα μεταξύ των δρομέων στην εκκίνηση, γιγαντώθηκε η επιθυμία μου να τρέξω. Θυμάμαι μια ατέλειωτη, διασκεδαστική τραμπάλα έως τη Ζαρκαδιά και το πιο οδυνηρό σφίξιμο στα δόντια στον Θεολόγο. Ένιωθα τις αισθήσεις μου στα φόρτε τους. Άκουγα καλύτερα, έβλεπα καθαρότερα, συνομιλούσα με τις πέτρες και τα γιοφύρια.

Ήθελα τόσο πολύ το ζωηρό “ανθρωπάκι” στο μετάλλιο να γίνει δικό μου, όμως τα τελευταία χιλιόμετρα μού φάνηκαν αιώνας. Έφερνα στο μυαλό μου τα χαμόγελα των παιδιών μου, τις υποσχέσεις που ανταλλάξαμε λίγο πριν αναχωρήσω για τα βουνά της Ροδόπης, κι έκανα πως δεν υπήρχε πουθενά πόνος. Κάθε δρασκελιά ανέβαζε δάκρυα στο αλμυρό μου πρόσωπο. “Ξεκίνησα νύχτα και τερματίζω νύχτα”, σκεφτόμουν. Χτύπησα με ορμή τις κουδούνες κι έτρεξα στην ψυχή του αγώνα, τον Χρήστο Κατσάνο, να μου περάσει το μετάλλιο στον λαιμό αυτοπροσώπως. Ένιωσα πως η υπομονή μου με είχε επάξια ανταμείψει.

Όλη τη νύχτα έβλεπα το ζωηρό «ανθρωπάκι» του μεταλλίου να χορεύει αριστερά και δεξιά μου. Αυτό είχε πολλές δυνάμεις, μα εμένα δεν μου είχε μείνει καμία. Από εκείνο το βράδυ, κάθε φορά που το βλέμμα μου πέφτει πάνω του - σκόπιμα ή τυχαία - μου δείχνει τον δρόμο: στα βουνά, στη ζωή και στην αλήθεια, εκεί ακριβώς που οι δρομείς μεταλλάσσονται σε ROCάδες!

 

Μαίρη Κανάκη

 

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ