Faethon Olympus Marathon 2016: Το roller coaster του Δία!

Σας έχει τύχει ποτέ να κάνετε μια βόλτα σε ένα τρενάκι rollercoaster;  Η δική μου πρώτη βόλτα ήταν πριν αρκετά χρόνια, το 2008 νομίζω, σε ένα θεματικό πάρκο της Γαλλίας που λεγόταν “Το πάρκο του Αστερίξ”. Εκεί, η μεγαλύτερη ατραξιόν του πάρκου ήταν οι “Κεραυνοί του Δία”! Θυμάμαι, ακόμη και αυτήν τη στιγμή που γράφω, το δέος που ένιωσα την πρώτη φορά, καθώς περίμενα στην ουρά, όταν πέρασαν, μερικά μέτρα πάνω από το κεφάλι μου, 5 ή 6 βαγονάκια με ιλιγγιώδη ταχύτητα και με όλους τους επιβαίνοντες να ουρλιάζουν και να τσιρίζουν!

 

Το γεγονός, δε, που με γέμιζε με αμφιβολία για αυτό που θα ζούσα σε λιγάκι ήταν πως σε κάθε πέρασμα των βαγονιών οι ξύλινες εγκαταστάσεις του rollercoaster έτριζαν και έτρεμαν συθέμελα! Φυσικά, όλα αυτά ξεχνιούνται σαν έρθει η σειρά σου να κάτσεις και ‘συ σε ένα τέτοιο δαιμονισμένο τρενάκι. Το μόνο που σε απασχολεί είναι πότε τελειώνει εκείνη η καταραμένη ανηφόρα, στο ξεκίνημα της διαδρομής, που σε οδηγεί στο Θεό. Τα υπόλοιπα, έπειτα, είναι θέμα βαρύτητας. Και όταν όλο αυτό τελειώσει κατεβαίνεις απ’ το βαγονάκι με ένα μούδιασμα σε ολόκληρο το κορμί σου, τα μαλλιά σου ανακατεμένα κι ένα χαμόγελο που φανερώνει ξεκάθαρα το πόσο πολύ διασκέδασες αυτά τα δύο λεπτά!

 

 

Κρατήστε, λοιπόν, την τεράστια ανηφόρα στο ξεκίνημα και τα απανωτά πάνω-κάτω, αριστερά-δεξιά από τους “Κεραυνούς του Δία”, αφαιρέστε τα βαγονάκια και προσθέστε 12 ώρες στην πιο γνωστή ορεινή ατραξιόν της Ελλάδας, το όρος Όλυμπος! Τι έχετε; Το δυσκολότερο, ορεινό μαραθώνιο αγώνα της χώρας. Έναν αυθεντικό “skyrace”! Τον Faethon Olympus Marathon! Στην πέμπτη του διοργάνωση, φέτος, ο αγώνας αυτός έχει ήδη αποκτήσει τη φήμη που του ταιριάζει. Ένας σκληρός, ορεινός μαραθώνιος που κινείται ως επί το πλείστον πάνω από τα 2.000 μέτρα υψόμετρο, διασχίζοντας τις ψηλότερες κορυφές και τα αλπικά λιβάδια του Ολύμπου, υπό το άγρυπνο βλέμμα του Δία.

 

 

Η συνολική θετική υψομετρική διαφορά, που ανακοινώνει η διοργάνωση, αγγίζει τα 3.600 μέτρα όμως δεν είναι αυτή η μεγαλύτερη δυσκολία του αγώνα. Ένας φίλος μου είπε, συγκεκριμένα, πως τερματίζεις τον Faethon Olympus Marathon και τότε είσαι “άντρας”. Δεν είχε και άδικο αφού με τέτοια ένταση, σωματική και ψυχολογική, που αποκτάς από τον αγώνα και νεραϊδούλα Τινκερμπελ να ξεκινήσεις, στον Κοκκινοπηλό θα τερματίσεις μυώδης και σκληροτράχηλος στάζοντας τεστοστερόνη από κάθε ανοιχτό πόρο του δέρματός σου! Η αλήθεια είναι πως προτιμώ να περιφέρομαι στα δάση σαν νεραϊδούλα, ή καλύτερα σαν ξωτικό, απ’ το να ανεβοκατεβαίνω βουνοκορφές. Παρόλα αυτά, κάποια πράγματα πρέπει να τα ζήσεις! Σου τα επιβάλλει άτυπα ο κόσμος που βρίσκεται γύρω σου φυτεύοντας, παράλληλα στο μυαλό σου, την ιδέα πως πρέπει και ‘συ να αποδείξεις στον εαυτό σου ότι μπορείς να τα καταφέρεις.

 

 

Κάπως έτσι βρέθηκα, μεσημέρι Σαββάτου, στην Ελασσόνα για να παραλάβω το νούμερό μου και να παρακολουθήσω αργότερα την τεχνική ενημέρωση του 5ου Faethon Olympus Marathon. Οι αθλητές που κατέφθαναν συνεχώς δεν άργησαν να σχηματίσουν μια μεγάλη ουρά, μπροστά από τη γραμματεία, που συνεχιζόταν εκτός του κτιρίου της ΚΕΔΕ, κοντά στην κεντρική πλατεία της πόλης. Ανάμεσά τους πολλοί φίλοι που ήρθαν από μακριά για να ζήσουν κι ίδιοι αυτήν τη ξεχωριστή εμπειρία. Στην αναλυτική τεχνική ενημέρωση που πραγματοποιήθηκε αργότερα από τον Σάκη Πιτένη, συγκράτησα τη φράση που τόνιζε διαρκώς, “Κρατήστε δυνάμεις!”. Ίσως η πολυτιμότερη συμβουλή που μπορεί να σου δώσει κάποιος για τον αγώνα αυτό μιας που δεν είναι μονάχα οι δυνατές ανηφόρες που χρειάζονται γερά πόδια αλλά και οι απότομες κατηφόρες που απαιτούν να είσαι ξεκούραστος για να τις κατεβείς αλώβητος.

 

 

Το Κυριακάτικο ξύπνημα νωρίς το πρωί έχει πλέον γίνει συνήθεια για μένα, και για άλλους συναθλητές μου, είτε πρόκειται να βγούμε για προπόνηση είτε για να αγωνιστούμε σε κάποια όμορφη γωνιά της Ελλάδας. Συνεπώς, δεν θα μπορούσε κανείς να λείπει από την εκκίνηση που θα δινόταν στις 06:00. Από τα πρώτα μου, κιόλας, βήματα μια σκέψη κυριαρχούσε στο μυαλό μου, σε τι κατάσταση θα ήμουν όταν θα αντίκριζα και πάλι την αψίδα του τερματισμού. Χαμογελώντας ή σκυθρωπός; Δε σας κρύβω ότι όλα αυτά τα χρόνια οι αγώνες στον Όλυμπο με στοιχειώνουν! Βλέπω στα όνειρά μου πλαγιές και δάση, κορυφές και βράχια, μονοπάτια που διαρκώς τα χάνω και χάνομαι. Φυσικά, ο Faethon Olympus Marathon δεν θα μπορούσε να είναι απών και είμαι σχεδόν σίγουρος πως ένας τόσο δύσκολος αγώνας θα ήταν ικανός να μου προκαλέσει εφιάλτες!

 

 

Με ‘κείνα και μ’ αυτά έχω ήδη αποχαιρετήσει τον Κοκκινοπηλό και ανηφορίζω διαρκώς τη χαράδρα της Σταλαματιάς. Το μονοπάτι, παρότι, κινείται ανάμεσα από τα δέντρα θέλει ιδιαίτερη προσοχή καθώς είναι γεμάτο πέτρες. Ώρες-ώρες, σε κάθε άνοιγμα που κάνουν τα δέντρα, βρίσκω την ευκαιρία και σταματώ για να  φωτογραφίσω τις γυμνές πλαγιές του Ολύμπου που ορθόνωνται επιβλητικά εμπρός μας. Αρχίζει να με κυριεύει το ίδιο δέος με αυτό που ένιωθα όταν έβλεπα να περνούν τα βαγόνια από τους “Κεραυνούς του Δία” πάνω από το κεφάλι μου. Και αυτή η καταραμένη ανηφόρα που οδηγεί στον ουρανό δε λέει να τελειώσει με τίποτα τώρα!

 

Η άφιξη των αθλητών στο σημείο που χωρίζουν οι διαδρομές των Faethon και Rupicapra σηματοδοτούσε και την είσοδο στο αλπικό κομμάτι του Ολύμπου. Από εδώ κι έπειτα τα πάντα θα ήταν πιο δύσκολα. Ο αέρας που φυσούσε όσο ήμασταν μέσα στο ρέμα άρχισε τώρα να λυσσομανά! Η θερμοκρασία έπεσε αισθητά και ‘γω μετάνιωσα που δεν είχα ένα ζευγάρι γάντια μαζί μου. Μάλιστα, σε πολλά σημεία ο άνεμος ήταν τόσο δυνατός που με ωθούσε να βαδίζω διαγώνια αντί για ευθεία! Εντελώς εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης έκανα απλά υπομονή. Άλλωστε, στην τεχνική ενημέρωση είχαν μιλήσει για ηλιοφάνεια και αίθριο καιρό. Ολόγυρα, τα πάντα, μου έμοιαζαν ίδια. Κορυφή εδώ, κορυφή εκεί, λιβάδι εδώ, πέτρες εκεί κι όμως καθετί ήταν μοναδικό! Αν δεν ήταν ο αγώνας, πιθανότατα να ήμουν ακόμη εκεί επάνω τραβώντας φωτογραφίες. Έφτανα τη μια κορυφή και με έτρωγε η περιέργεια να ανεβώ στην επόμενη για να απολαύσω τη θέα που θα μου χάριζε. Ήταν μια αμοιβαία σχέση του βουνού με τον κάθε αθλητή. Έδινες ιδρώτα και πόνο και έπαιρνες εικόνες κι αναμνήσεις! Περιττό να σχολιάσω ότι λαχταρούσα να έρθει η ώρα που θα έφτανα στην κορυφή Σκολιό (2.911 μέτρα).

 

Τα χιλιόμετρα κυλούσαν με αυτόν τον τρόπο σχετικά γρήγορα, αφού δεν είχα να ανησυχήσω ούτε για τη σήμανση του αγώνα μα ούτε και για την τροφοδοσία. Η σηματοδότηση άξιζε “Δέκα με τόνο” διότι κάθε δύο με τρία μέτρα υπήρχε άσπρη-κόκκινη μπογιά που σε οδηγούσε με ασφάλεια. Βέβαια, το καλό με αυτόν τον αγώνα, αν γνωρίζεις λίγο τον Όλυμπο, είναι πως με καθαρό καιρό και καλή ορατότητα δεν χρειάζεται καν να ακολουθείς σημάδια, βλέπεις πού είναι η επόμενη κορυφή και οι προπορευόμενοι αθλητές και πας και ‘συ προς τα εκεί.

 

 

Όσον αφορά την τροφοδοσία νομίζω πως ήταν επαρκής για τα γούστα του καθένα από εμάς. Ωστόσο, θα ήθελα να κάνω μια μικρή παύση εδώ και να επισημάνω πως λόγω του δυσπρόσιτου της περιοχής, σε πολλούς σταθμούς, και της έλλειψης πηγών σε αυτά τα υψόμετρα καλό θα είναι η διοργάνωση να σκεφτεί να θέσει ένα όριο συμμετοχών, αν δεν το έχει κάνει ήδη, ώστε να μην παρατηρηθούν στο μέλλον φαινόμενα έλλειψης σε τροφοδοσία για αθλητές που κινούνται πιο αργά. Η φήμη του αγώνα έχει αρχίσει να ξεπερνάει τον ίδιο τον Faethon Olympus Marathon και ζυγώνει η ώρα που τα νούμερα των συμμετεχόντων θα αυξηθούν σημαντικά! Τέλος, θεωρώ ότι πρέπει να ζητείται πάντοτε υποχρεωτικός εξοπλισμός σε αυτόν τον αγώνα, που θα αποτελείται από αντιανεμικό και αλουμινοκουβέρτα, ανεξάρτητα των καιρικών συνθηκών που επικρατούν.

 

Στα δεξιά μου τώρα έβλεπα μια θεόρατη πλαγιά ενώ αρκετά μπροστά, στο βάθος, ένα μικρό κτίσμα. Το τοπίο μου ήταν γνώριμο μα ακόμη δεν είχα καταλάβει που ήμουν. Βλέπετε, ήταν κι αυτές οι παχιές αγελάδες που με κοιτούσαν παράξενα και με αποσυντόνιζαν καθώς περνούσα ανάμεσά τους. Πλησιάζοντας τον επόμενο σταθμό και το καταφύγιο ανάγκης, που ήταν και το κτίσμα που έβλεπα, διαπίστωσα πως ήμουν κάτω ακριβώς από την κορυφή του Άγιου Αντώνη.

 

 

Το επόμενο κομμάτι μέχρι το διάσελο της Μεταμόρφωσης μου ήταν γνωστό από τον Olympus Mythical Trail. Άρχισα να επιταχύνω το ρυθμό μου ενώ στο νου μου έρχονταν μνήμες από τον αγώνα των 100 χιλιομέτρων τις προηγούμενες χρονιές. Την τελευταία φορά που είχα περάσει από αυτό το μονοπάτι τα πάντα ήταν καλυμμένα από την πρωινή πάχνη, μουσκεύοντας παπούτσια και κάλτσες. Κατακτώντας την επόμενη κορυφή που ακολουθούσε μπορούσα να διακρίνω πια ξεκάθαρα στο βάθος τον Μύτικα, το Σκολιό αλλά και τον περιβόητο “Γολγοθά” που έμοιζε σαν να τράβηξε, με το δάχτυλο, ο Δίας μια γραμμή πάνω στη γη. Αυτή η ανηφόρα με μαγνήτιζε συνεχώς από την ώρα που ξεκίνησα να τρέχω. Δεν γνωρίζω το “γιατί” μα ανυπομονούσα να ξεκινήσω την ανάβασή της. Φυσικά, αυτό θα αργούσε λιγάκι μιας που είχα μερικά πάνω-κάτω ακόμη να διασχίσω.

 

 

Ο αέρας που είχε πλέον κοπάσει μαρτυρούσε πως ο ζεστός ήλιος θα ήταν ο πρωταγωνιστής για τις υπόλοιπες ώρες. Δεν ήθελα με τίποτα να βρίσκομαι ακόμη ψηλά, σαν θα άρχιζε να ανεβαίνει περισσότερο η θερμοκρασία, γι’ αυτό προσπάθησα να διατηρήσω ένα γρηγορότερο ρυθμό ώστε μέχρι το μεσημέρι να βρίσκομαι πάλι μέσα στη χαράδρα της Σταλαματιάς, προστατευόμενος από τα δέντρα. Αποχαιρετώ τους εθελοντές του σταθμού “Σταυραϊτιές” και απομακρύνομαι με το βλέμμα καρφωμένο σε αυτό που θα ακολουθήσει σε λιγάκι. Μπροστά μου ξεδιπλώνεται η μεγαλειώδης ανηφόρα για το Σκολιό. Ο περίφημος “Γολγοθάς” μοιάζει με πέτρινο γίγαντα που φρουρεί την κατοικία του Δία δείχνοντας το ανάστημά του και απαγορεύοντας την είσοδο στους απλούς θνητούς! 

 

 

Η μάχη με τον γίγαντα θα κρατήσει αρκετά. Παρόλα αυτά, τα καλά λόγια των πεζοπόρων που ανεβοκατεβαίνουν καθώς και του γνωστού Δημήτρη Βενετικίδη, που βρίσκεται εκεί για να μας εμψυχώσει, λειτουργούν καταλυτικά γεμίζοντας τακτικά το μυαλό και την ψυχή μας με μεγάλα αποθέματα θετικής ενέργειας. Η κατάκτηση της δεύτερης ψηλότερης κορυφής του Ολύμπου είναι από μόνη της αγώνας γι’ αυτό και πρέπει να τη γιορτάσω κατάλληλα. Πώς; Μα, φυσικά με μια φωτογραφία, για να μου θυμίζει πόσο “μικροί” είμαστε αλλά πόσο “μεγάλα” κατορθώματα μπορούμε να πετύχουμε. Θα έβγαζα selfie, αλλά βρήκα έναν κύριο εκεί επάνω κι είπα να το εκμεταλλευτώ ποζάροντας με διάφορους τρόπους. Η φωτογραφική μου μηχανή είχε πλέον εκπληρώσει το σκοπό της και ακολούθησε πια σιωπηλά το δρόμο του Garmin, που είχε ξεψυχήσει πριν κανένα μισάωρο. Μόνο η ψυχή μου είχε απομείνει να προχωρεί, δίχως σταματημό, μέχρι τον τερματισμό. Η δική μου και όλων των υπόλοιπων αθλητών!

 

 

Με αναπτερωμένο ηθικό ξεκινώ την κατάβαση για το καταφύγιο “Χριστάκη” και τον όγδοο σταθμό του αγώνα. Η κατηφόρα εδώ δεν συγχωρεί λάθη. Το μονοπάτι που είναι γεμάτο φυτεμένη πέτρα με αποτρέπει από το να πάω όσο γρήγορα θα ήθελα κι αυτό με τρελαίνει. Λίγο πριν το κατφύγιο πιάνω με την άκρη του ματιού μου την Άντζυ και τη Βίκυ που μας φωτογραφίζουν και μας δίνουν κουράγιο. Η διαφορά που είχα με τον προπορευόμενο αθλητή έχει μειωθεί εντελώς μέχρι το σταθμό όμως μόνο για λίγο αφού τον αφήνω να φύγει πάλι μπροστά. Τι να έκανα; Το δροσερό καρπούζι με φώναζε δυνατά! Είναι δυνατόν να τρέχω και να τρώω, να καταπιώ και κανένα κουκούτσι; Το απολαμβάνω και αφήνω πίσω μου το καταφύγιο γεμάτος και δροσισμένος!

 

 

Νιώθω αρκετά καλά και γι’ αυτό τρέχω ολόκληρο το κομμάτι του χωματόδρομου που ακολουθούσε μέχρι τον επόμενο σταθμό. Από εκεί στρίβουμε δεξιά για να κατακτήσουμε κι άλλη κορυφή. Έχω αρχίσει να κουράζομαι, ψυχολογικά περισσότερο, από το κακοτράχαλο τερέν που έχει βαλθεί να ρημάξει τις πατούσες, τις γάμπες και τους τετρακέφαλους όλων. Η επιθυμία μου να τερματίσω τη στιγμή εκείνη μεγαλώνει ολοένα και πιο πολύ και αυτό δεν είναι καλό σημάδι. Προσπαθώ να τιθασεύσω την ένταση που έχω και να αποφύγω τα νεύρα από την καταπόνηση. Στο υψομετρικό προφιλ φαινόταν άλλη μια ανηφόρα και μετά τέρμα με τα πάνω-κάτω, σκέφτομαι προσπαθώντας να παρηγορήσω τον εαυτό μου. Όμως μια δεύτερη μικρή κορυφή με αναγκάζει να εξωτερικεύσω λίγο από την έντασή μου βρίζοντας. Αυτόματα σταματώ να τρέχω και εγκαταλείπω κάθε όνειρο που έκανα για έναν τερματισμό κοντά στις 6 ώρες και 30 λεπτά. “Δε γ@&%$*#, θα περπατήσω πάλι” σκέφτομαι και συνεχίζω με πιο αργό ρυθμό.

 

 

Θυμάστε που λέγαμε ότι τα τρενάκια rollercoaster ξεκινούν με μια τεράστια ανηφόρα και μετά τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η βαρύτητα; Ε, λοιπόν, έφτασε η ώρα της βαρύτητας, γιατί ό, τι ανεβαίνει πρέπει να κατεβεί και στα τρενάκια αυτά η κατάβαση δεν είναι ήρεμη και γλυκιά αλλά απότομη και δαιμονισμένη όπως ακριβώς αυτό που θα ακολουθούσε για τα επόμενα 6 περίπου χιλιόμετρα μέχρι τον Κοκκινοπηλό. Τα “καγκέλια” στο σημείο αυτό μπορώ, με μεγάλη βεβαιότητα, να πω ότι είναι το κερασάκι του διοργανωτή στην τούρτα αυτή. Δεξιά-αριστερά, με ξέφρενο ρυθμό, σε κακοτράχαλο μονοπάτι που χάνει υψομετρική πολύ γρήγορότερα από το ρυθμό που τρέχω. Τα πόδια μου είναι αρκετά σφιχτά και δεν μου επιτρέπουν να κινηθώ όσο γρήγορα θα ήθελα. Αντιθέτως, αναγκάζομαι πολλές φορές να πηγαίνω αρκετά αργά αφού δεν νιώθω πως με υπακούν και πατάω άτσαλα. Το μόνο που μου φτιάχνει τη διάθεση είναι πως έχω αρχίσει να διακρίνω τις στέγες των σπιτιών του χωριού.

 

 

Τερματίζω και είμαι λίγο στα χαμένα, όπως όταν είχα κατέβει από τους “Κεραυνούς του Δία”. Το μυαλό μου κάνει απίστευτη προσπάθεια να επαναπροσδιορίσει τη θέση μου έπειτα απ’ όλα αυτά τα πάνω-κάτω και αριστερά-δεξιά όλες αυτές τις ώρες! “Θέε μου, τι βόλτα!” σιγοψιθυρίζω, πιάνοντας τον εαυτό μου να χαμογελάει. “Από αυτές που παρακαλάς να τελειώσουν και αμέσως μετά ξαναμπαίνεις στην ουρά που περιμένει να αδειάσει το βαγονάκι απ’το rollercoaster του Δία!”.


Θεοχάρης Λεζπουρίδης      

Photo ©: Άντζυ Τερζή, Θεοχάρης Λεζπουρίδης


View this photo set on Flickr

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ