Οδοιπορικό στην Ταϋλάνδη: Ανακαλύπτοντας τα χωριά της φυλής Karen

Όποιος ακούει για Ταϋλάνδη, το μυαλό του ταξιδεύει σε εξωτικά νησιά με κοκοφοίνικες πάνω στο κύμα και λευκές αμμουδιές. Όμως μια προσεκτική έρευνα θα σας αποκαλύψει και την άλλη Ταϋλάνδη την βόρεια με τις ζούγκλες, τα άγρια ζώα, τις μυστικές κοιλάδες και τις ορεινές φυλές. Η πιο χαρακτηριστική είναι η Karen με τις μακρόλαιμες γυναίκες. Η Ταϋλάνδη στο βορά συνορεύει με τη Μιανμάρ και το Λαός. Αυτό είναι το αποκαλούμενο χρυσό τρίγωνο. Εκεί παλιά καλλιεργούσαν μεγάλες ποσότητες οπίου σε σημεία απρόσιτα που είναι αδύνατο να τα βρει κάποιος λόγο της πυκνότητας του δάσους. Εξάλλου ολόκληρα χωριά είναι κρυμμένα μέσα στο δάσος, τα οποία ακόμα και δίπλα να είσαι δεν τα βλέπεις. Τα χωριά αυτά ζουν σε μια άλλη εποχή, αφού δεν έχουν δρόμους για να τα προσεγγίσεις, ούτε και ρεύμα. Συνήθως είναι δίπλα σε ένα ποτάμι, οι κάτοικοι μένουν σε ξύλινα πρόχειρα σπιτάκια και ζουν αυτόνομα με ότι καλλιεργούν οι ίδιοι.

Αυτές οι πληροφορίες στριφογύριζαν στο μυαλό μου το πρωί της 19ης Δεκεμβρίου περιμένοντας τον οδηγό μας τον Χοντ έξω από το ξενοδοχείο στην Chiang Mai (Νεα Πολη) την μεγαλύτερη πόλη της βόρειας Ταϋλάνδης. Ο Χοντ μιλούσε καλά αγγλικά, είχε σπουδάσει κοινωνιολογία στην Μπανγκόκ και το χωριό του ήταν το Pang Chang Pa Kholam. Το χωριό αυτό βρίσκεται μέσα στον πανέμορφο εθνικό πάρκο Chiang Dao κοντά στα σύνορα με τη Μιανμάρ και θα αποτελούσε τον προορισμό μας.

 

 

Ξεκινήσαμε με κατεύθυνση βόρεια και αφού διασχίσαμε το εθνικό πάρκο Doi Suthep Pui, φτάσαμε στις θερμές πηγές Pong Duet Geyser όπου αφήσαμε το αυτοκίνητο για να ξεκινήσουμε την πεζοπορία. Το πρώτο μισό της διαδρομή πέρναγε μέσα από πυκνή βλάστηση, ζούγκλα. Μπανανιές, ευκάλυπτοι και ένα σωρό αλλά δέντρα, τα περισσότερα καλυμμένα από αναρριχητικά φυτα, μαζί με χαμηλή βλάστηση δημιουργούσαν ένα εξωτικό σκηνικό. Ο ήλιος δύσκολα μας προσέγγιζε και η υγρασία ήταν σε πολύ ψηλά επίπεδα.

 

 

Το μόνο που διέκοψε αυτή την βλάστηση ήταν ένα χωριό που ξεπρόβαλε ξαφνικά μπροστά μας από το πουθενά. Στη συνέχεια η βλάστηση άλλαξε καθώς μπήκαμε σε δάσος αποτελούμενο κυρίως από ένα είδος πεύκου. Η διαδρομή άρχιζε να κερδίζει σε υψομετρική και πλέον είχαμε θέα προς τα γύρω βουνά, τις καταπράσινες κοιλάδες αλλά και τα ατελείωτα εθνικά πάρκα της Ταϋλάνδης. Η ατμόσφαιρα ήταν λίγο θολή λόγω υγρασίας, αλλά έστω κι έτσι δεν σταματήσαμε να θαυμάζουμε το μεγαλείο της φύσης!

 

 

Μετά από τρεισήμισι ώρες και μόλις είχε αρχίσει να σουρουπώνει φτάσαμε στον προορισμό μας. Το χωριό ήταν απόλυτα προσαρμοσμένο στη φύση. Η τοπική φυλή μας υποδέχτηκε με χαμόγελα και μας υπόδειξαν που θα κοιμηθούμε. Αφού ταχτοποιήσαμε τα πράγματα βγήκαμε στη βεράντα να ζεσταθούμε δίπλα στη φωτιά. Παρά την κούραση είχαμε όλοι στο πρόσωπο την ικανοποίηση του μικρού εξερευνητή! Η απουσία φώτων στο χωριό φανέρωνε χιλιάδες αστέρια που λαμπυρίζανε στον ουρανό και τον υπέρλαμπρο γαλαξία μας(Milky Way)! Ενόσω εμείς απολαμβάναμε αυτό το υπερθέαμα ενημερωθήκαμε ότι το φαγητό ήταν έτοιμο. To μαγείρεμα γίνεται στα κάρβουνα σε ειδικές ‘’φωλιές’’ όπου εκεί εναποθέτουν τις κατσαρόλες. Μας σέρβιραν noodles Pad Thai και σούπα Tom Kha Gai. Περιττό να τονίσω ότι ήταν από τα νοστιμότερα φαγητά που έχω δοκιμάσει.

 

 

Η βραδιά πέρασε συζητώντας με τον οδηγό μας για τις ανάγκες του χωριού την γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στην Ταϋλάνδη, οικονομική και πολιτική και τις συνήθειες των Ταϊλανδέζων. Η κουβέντα μας είχε απορροφήσει και κάποια στιγμή συνειδητοποιήσαμε ότι είχαν αρχίσει να κλείνουν τα μάτια και ας ήταν μόλις 22:00. Έτσι πήγαμε για ύπνο στο εξωτικό καλυβάκι για να ανακτήσουμε δυνάμεις.

 

 

Το επόμενο πρωί κάναμε μια βόλτα στο χωριό και μιλήσαμε με τους ντόπιους. Η κοινότητα αυτή είναι χριστιανική (ναι υπάρχουν και χριστιανοί στην Ταϋλάνδη) και οι περισσότερες νέες κοπέλες ήταν στην εκκλησία αφού προετοίμαζαν την χριστουγεννιάτικη γιορτή τους. Ζουν μακριά από τον πολιτισμό χωρίς να έχουν κάποιο άγχος στην καθημερινότητα τους!

 

 

Η διατροφή τους βασίζεται στο ρύζι, στη σόγια, στα αυγά και στο κοτόπουλο. Καλλιεργούν το ρύζι με πρωτόγονα μέσα, αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το όργωμα γίνεται με βουβάλια!

 

Κάποια στιγμή την προσοχή μου τράβηξε ένα είδος τόξου που στην μια άκρη του είχε ένα κύλινδρο. Η απάντηση στην ερώτηση τι είναι αυτό άμεση, ποντικοπαγίδα. Μου έδειξαν πως λειτούργει και μου εξήγησαν ότι τα ποντίκια τα πιάνουν για να τα φάνε! Γενικά οι Ταϊλανδέζοι έχουν μια διαφορετική σχέση με τα ζώα σε σχέση με τους δυτικούς. Σέβονται τα ζώα και δεν φοβούνται τα έντομα και τα ποντίκια, τουναντίον τα περισσότερα από αυτά αποτελούν μια υπέροχη λιχουδιά γι’αυτούς.

 

Τα βράδια μαζεύονται στις βεράντες των σπιτιών, συνήθως γύρω από μια φωτιά (σε ειδικά διαμορφωμένες εστίες), συζητάνε αστειεύονται και τρώνε.

 

Όλοι οι ντόπιοι ήταν πολύ ευγενικοί, καλοσυνάτοι με ένα μόνιμο χαμόγελο στο πρόσωπο και πολύ φιλόξενοι. Όλα αυτά ήταν πολύ όμορφα σε βαθμό ζήλειας, αλλά σκέφτηκα και αν αρρωστήσουν? Πόσο μακριά είναι τον κοντινότερο νοσοκομείο και αν χρειαστεί πως πας εκεί. Η απάντηση του Χοντ ήρθε σαν κεραυνός, μα δεν αρρωσταίνουν ποτέ!

 

Η ζωή είναι απλή και η ευτυχία βρίσκεται στα απλά πράγματα! Χιλιοειπωμένο? Σίγουρα! Το έχουμε κατανοήσει? Μάλλον όχι.

 

Η αλήθεια είναι πως δεν θέλαμε να φύγουμε, αλλά έπρεπε. Έτσι αφού αποχαιρετήσαμε ξεκινήσαμε την πεζοπορία μας με πολύ όμορφη διάθεση παρά την κούραση. Μετά από μιάμιση ώρα πορείας φτάσαμε στον ποταμό Mae taeng. Εκεί βρήκαμε μερικούς συνεργάτες του Χοντ οι οποίοι είχαν ξεκινήσει να φτιάχνουν μια σχεδία από κορμούς μπαμπού δεμένους μεταξύ τους με φυσικό σχοινί φτιαγμένο από δέντρα. Αυτό θα ήταν το μεταφορικό μας μέσο για τη συνέχεια! Το ποτάμι την συγκεκριμένη εποχή ήταν ρηχό, γύρω στο ένα με ενάμιση μέτρο και η δυσκολία του ήταν επιπέδου 2, οπότε η διάσχιση με μια τέτοια σχεδία ήταν απόλυτα ασφαλής.

 

 

Κατά μήκος της διαδρομής είδαμε πολλά χωριά σαν αυτό που μας φιλοξένησε, βουβάλια που είτε κολυμπούσαν είτε έβοσκαν στα παράλια, πυκνές ζούγκλες που ‘’έσβηναν’’ μέσα στο νερό και πολύχρωμα πτηνά. Σε μερικά σημεία το ποτάμι γινότανε λίγο πιο ορμητικό έτσι για να μας αυξάνει την αδρεναλίνη, αλλά στο μεγαλύτερο διάστημα απολαύσαμε μια ήσυχη χαλαρή βαρκάδα, μέσα στο εξωτικό τοπίο! Μετά από περίπου δυόμιση ώρες σταματήσαμε σε μια κωμόπολη όπου μας περίμενε και το αυτοκίνητο. Στο δρόμο της επιστροφής συζητάγαμε όλα αυτά τα διαφορετικά που ζήσαμε αυτό διήμερο. Το μόνιμα ζωγραφισμένο χαμόγελο και η έξαψη στα πρόσωπα φανέρωνε τα συναισθήματα μας.

 

 

Τέτοιοι προορισμοί αποτελούν εμπειρίες ζωής γιατί αποτελούν ένα παράθυρο προς το παρελθόν και σου δίνουν τη δυνατότητα να συναναστραφείς με ανθρώπους διαφορετικής κουλτούρας και όμορφης ψυχής!

Γρηγόρης Αποστολίδης

Γεννήθηκε και ζεί στην Αθήνα! Λατρεύει το τρέξιμο στο βουνό. Το 2012 έτρεξε τον πρώτο αγώνα ορεινού τρεξίματος και από τότε συμμετείχε σε πολλούς μαραθωνίους βουνού σε Ελλάδα και εξωτερικό. Από το 2014 είναι συνιδρυτής της ομάδας outdoor δραστηριοτήτων ‘’Το Δραστήριο Κατσίκι’’ Έχει σαν στόχο να δει τις φυσικές ομορφιές του πλανήτη μας μέσα από το τρέξιμο και τις πεζοπορίες

www.facebook.com/ToDrastirioKatsiki/

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ